Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2016

ΚΡΆΜΠΕΣ....



 Έρευνες δείχνουν ότι το μαγνήσιο και το ασβέστιο παίζουν καθοριστικό ρόλο στη συστολή και διαστολή των μυών. Συνεργάζονται για τη διατήρηση φυσιολογικών επιπέδων βιοηλεκτρικού δυναμικού στους μύες και για να συντονίσουν τις αντιδράσεις από τη συστολή και διαστολή των μυών. Αυξημένη συγκέντρωση ασβεστίου προκαλεί συστολή των μυϊκών ινών στα μυϊκά κύτταρα, ενώ αυξημένη συγκέντρωση μαγνησίου προκαλεί διαστολή των μυϊκών ινών. Είναι γνωστό ότι μειωμένα επίπεδα μαγνησίου προκαλούν κράμπες στις εγκύους και ότι η πρόσληψη μαγνησίου δείχνει να βελτιώνει την κατάσταση. Επίσης, η πρόσληψη μαγνησίου φαίνεται να βοηθά στην αντιμετώπιση των νυχτερινών κραμπών, οι οποίες συνήθως δημιουργούνται στα πόδια.

Η κράμπα στο πόδι «χτυπά» βαθιά το μυ της γάμπας και προκαλεί επίπονους σπασμούς που μπορεί να διαταράξουν τον ύπνο μας.

Η αιτία που εκδηλώνεται η κράμπα δεν είναι πάντοτε σαφής. Μερικοί συνήθεις παράγοντες που μπορεί να συμβάλλουν στο χαρακτηριστικό σπασμό είναι η καταπόνηση των μυών, η επαφή με πολύ κρύο νερό, η κακή κυκλοφορία του αίματος και η πολύωρη ακινησία.
Δείτε τρεις απλές λύσεις για να αποφύγετε ή να αντιμετωπίσετε άμεσα τις κράμπες στον ύπνο.

1. Πιείτε λίγο νερό πριν τον ύπνο:

 Όσο χρειάζεται για να αποφύγετε την κράμπα αλλά να μη χαλάσετε τον ύπνο σας προκειμένου να επισκεφθείτε την τουαλέτα. Η ενυδάτωση των μυών είναι απαραίτητη για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της κράμπας.

2. Κάντε διατάσεις:

 Τρία λεπτά αρκούν για να αποφύγετε τις αναπάντεχες βραδινές κράμπες. Τεντώστε καλά τα πόδια σας μέχρι να νιώσετε ένα ελαφρύ «τράβηγμα» και κάντε μερικά βαθιά καθίσματα.

3. Αυξήστε την πρόσληψη σε κάλιο και μαγνήσιο: 

Η έλλειψη βιταμινών μπορεί να οδηγήσει σε διατάραξη της ομαλής κυκλοφορίας του αίματος, με την καρδιά να δυσκολεύεται να παροχετεύσει αίμα στα κάτω άκρα. Το μαγνήσιο ρυθμίζει τη λειτουργία των μυών και των νεύρων, τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα και την αρτηριακή πίεση, ενώ το κάλιο είναι απαραίτητος ηλεκτρολύτης με αντίστοιχο ρόλο. Παράλληλα,το κάλιο συμβάλλει στη ρύθμιση της περιεκτικότητας του οργανισμού σε νερό.